φυτοπαράσιτο

φυτοπαράσιτο
το
κάθε ζωικός οργανισμός που ζει παρασιτικά στα φυτά.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • φυτοπαράσιτο — το, Ν κάθε ζωικός ή φυτικός οργανισμός που ζει παρασιτικώς προς τα φυτά. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. phytoparasite < φυτόν + παράσιτος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”